ντολμάς

ντολμάς
ο голубцы

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "ντολμάς" в других словарях:

  • ντολμάς — ο είδος φαγητού από μικρές μάζες κιμά και ρύζι ή σκέτο ρύζι που περιτυλίγονται σε σφαιρικό ή επίμηκες σχήμα με αμπελόφυλλα ή λαχανόφυλλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. dolma «γεμιστός»] …   Dictionary of Greek

  • ντολμάς — ο (λ. τουρκ.), γέμισμα, μείγμα από ρύζι και κιμά τυλιγμένο σε κληματόφυλλο ή λαχανόφυλλο, αλλ. σαρμάς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γιαλαντζί — 1. ψεύτικος 2. «γιαλαντζί ντολμάς» ντολμάς νηστήσιμος, με ρύζι και μυρωδικά τυλιγμένα σε αμπελόφυλλο. [ΕΤΥΜΟΛ. Δάνεια λ. τουρκ. yalanci «ψεύτικος»] …   Dictionary of Greek

  • Dolma — Préparation du Dolma Le dolma (en arménien : տոլմա (tolma), azéri : dolma, géorgien : ტოლმა (tolma), grec : ντολμάς (dolmás) ou ντολμαδάκι (dolmadáki), persan : د …   Wikipédia en Français

  • Dolmades — Dolma Préparation du Dolma Le dolma (en arménien : տոլմա (tolma), azéri : dolma, géorgien : ტოლმა (tolma), grec : ντολμάς (dolmás) ou ντολμαδάκι (dolmadáki) …   Wikipédia en Français

  • Feuilles De Vigne Farcies — Dolma Préparation du Dolma Le dolma (en arménien : տոլմա (tolma), azéri : dolma, géorgien : ტოლმა (tolma), grec : ντολμάς (dolmás) ou ντολμαδάκι (dolmadáki) …   Wikipédia en Français

  • Feuilles de vigne farcies — Dolma Préparation du Dolma Le dolma (en arménien : տոլմա (tolma), azéri : dolma, géorgien : ტოლმა (tolma), grec : ντολμάς (dolmás) ou ντολμαδάκι (dolmadáki) …   Wikipédia en Français

  • Долма — Классическая турецкая долма (sarma) Долма (толма, сарма)  блюдо, представляющее собой начинённые овощи или листья (как правило, виноградные), голубцы в виноградных листьях. Начинка обычно готовится на основе риса …   Википедия

  • σαρμάς — ο, Ν 1. είδος φαγητού από ψιλοκομμένο κρέας και ρύζι ή από σκέτο ρύζι, περιτυλιγμένο, σε σχήμα βώλων, με κληματόφυλλα ή λαχανόφυλλα, αλλ. ντολμάς 2. είδος εμπροσθογεμούς πυροβόλου που χρησιμοποιήθηκε κατά την Επανάσταση τού 1821. [ΕΤΥΜΟΛ. <… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… …   Dictionary of Greek

  • dulmă — dúlmă s.f. (reg.) dovleac, dovlecel. Trimis de blaurb, 04.05.2006. Sursa: DAR  dúlmă ( me), s.f. – Vînătă (vânătă). tc. dolma (Şeineanu, II, 165), cf. ngr. ντολμᾶς, bg., sb …   Dicționar Român


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»